Του Λίνου Υφαντή
Στα τέλη του 17ου αιώνα οι Ενετοί είχαν εισβάλλει στην
Αιτωλοακαρνανία. Οι Τούρκοι είχαν προσωρινά εκδιωχθεί αλλά είχαν προλάβει να
προβούν σε βιαιότητες. Μία από αυτές ήταν η αιματηρή σφαγή χαρεμιού στο
Μεσολόγγι το έτος 1684.
Αρνητικός πρωταγωνιστής ήταν ο Σεφέρ Αγάς, τοπάρχης της Αιτωλοακαρνανίας. Είχε
προηγηθεί η ήττα των Οθωμανών από τους Ενετούς και Έλληνες οπλαρχηγούς στη
Σιβίστα του Αρακύνθου Μακρυνείας ( σημερινά Ελληνικά). Oι Τούρκοι υπέστησαν
μεγάλη καταστροφή. Ο Σεφέρ Αγάς μόλις κατόρθωσε να φτάσει με ελάχιστους
στρατιώτες που του είχαν απομείνει στη βάση του, το Μεσολόγγι. Στο δρόμο του
κατασφάζει 15 χριστιανούς, που συνάντησε τυχαία.
Από την άλλη ο κλοιός για το
Σεφέρ Αγά είχε αρχίσει να σφίγγει και από την πεδιάδα. Οι Ενετοί υπό τον
Λομβαρδό στρατηγό Στρασόλδο είχαν περικυκλώσει το Μεσολόγγι. Χωρίς να βρουν
αντίσταση οι Ενετοί μαζί με τους οπλαρχηγούς Μελιταίους και με έλληνες
αρματολούς εισήλθαν στην πόλη. Εκεί τους υποδέχθηκαν 2000 περίπου Μεσολογγίτες
που υπήρχαν εντός των τειχών.
Η αιματηρή ενέργεια του Σεφέρ Αγά.
Ο Σεφέρ Αγάς
όμως είχε φροντίσει να διαφύγει και είχε σφραγίσει στην ουσία το κτίριο που είχε
ως διοικητήριο. Όταν ο Στρασόλδος το διέρρηξε στην ουσία με δυσκολία βρέθηκε
μπροστά σε ένα φρικτό θέαμα: Δεκαεπτά (17) νεαρές καλλονές -όπως
περιγράφονταν-αιμόφυρτες κείτονταν στο χώρο του χαρεμιού. Τέσσερις από αυτές
άνέπνεαν ακόμα και παρόλη την φροντίδα που τους δόθηκε μόνο μία κατάφερε να
επιζήσει.
Έκπληκτος ο Στρασόλδος έμαθε την ιστορία της. Ονομάζονταν Βέρα Μαρία
Μιχαέλη και προέρχονταν από ευγενή οικογένεια της Ενετίας. Ο Στρασόλδος
πραγματικά απόρησε πως αυτή βρέθηκε εντός του χαρεμιού του αιμοχαρού στρατηγού
Σεφέρ Αγά. Έτσι είχε αυτό το τραγικό τέλος η τότε απελευθέρωση του Μεσολογγίου
από τους Ενετούς. Μια βδομάδα μετά απελευθερώθηκε και το Αιτωλικό. Ο Στρασόλδος
επέβαλλε φόρο 4000 τάληρα εκεί. Με την κίνηση αυτή επιβεβαιώθηκε το γεγονός ότι
οι Ενετοί εξυπηρετούσαν τα δικά τους προσωπικά συμφέροντα και στην ουσία ήταν
ένας ακόμη ζυγός για τους κατοίκους της Αιτωλοακαρνανίας.
Με πληροφορίες από Γ.
Ασπριάς.
Εφημερίδα Εμπρός, 25-01-1904.