Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, δύο ή τρία είναι τα πρόσωπα που βαρύνονται με την κατηγορία της προδοσίας του μυστικού της Εξόδου. Σε δύο από αυτά αναφέρονται Έλληνες χρονικογράφοι και ιστορικοί, σε ένα γνωστός Τούρκος χρονικογράφος. Ας δούμε όμως τις εξελίξεις, μελετώντας και τα γραφόμενά τους:
Στις 11 Ιουνίου του 1821 οι επαναστατημένοι Έλληνες κατάφεραν να διώξουν από το Αγρίνιο τους Τουρκαλβανούς κατακτητές και να απελευθερώσουν την πόλη. Λίγες μέρες αργότερα, στις 26 Ιουλίου, απελευθέρωσαν και το γειτονικό Ζαπάντι (σημερινή Νεάπολη), συλλαμβάνοντας αρκετούς αιχμαλώτους.
Ανάμεσα στους Οθωμανούς αιχμαλώτους ήταν κι ένας 12χρονος, του οποίου το μουσουλμανικό όνομα παραμένει άγνωστο. Τον νεαρό αυτόν, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Αρτέμιου Μίχου, τον πήρε υπό την προστασία του ο Τσόλκας, ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του σωματάρχη Ανδρέα Ίσκου· τον έκανε μάλιστα και ψυχοπαίδι του. Ο νεαρός μουσουλμάνος βαφτίστηκε χριστιανός και πήρε το όνομα Γιάννης. Οι περισσότεροι Έλληνες μελετητές πιστεύουν πως αυτός ήταν ο 18χρονος, ο οποίος, αφού κατάφερε και ξέφυγε από την επιτήρηση, πέρασε στις γραμμές των Τούρκων και πρόδωσε το σχέδιο των πολιορκημένων στον Ιμπραήμ, γνωρίζοντάς του την ώρα και τα σημεία της σχεδιαζόμενης Εξόδου. Το ίδιο υποστηρίζει και ο Αρτέμιος Μίχος. Αυτός μάλιστα γράφει πως οι πολιορκητές, λίγες μέρες πριν, είχαν πληροφορηθεί και από κάποιον άλλον λιποτάκτη, «Βούλγαρον το γένος», που είχε αιχμαλωτιστεί σε κάποια από τις εξόδους της φρουράς, ότι προετοιμαζόταν έξοδος, αγνοούσαν όμως τις λεπτομέρειες του σχεδίου. Εξαιτίας αυτού μάλιστα, σύμφωνα πάντα με τον ίδιο, «εγένετο δευτέρα σκέψις και μετεβλήθη εν μέρει το σχέδιον».
Ο Σπυρομήλιος, αναφερόμενος στα της προδοσίας, κάνει λόγο για έναν Οθωμανό στο σώμα του Ανδρέα Ίσκου, ο οποίος «είχε φερθεί καλά μέχρι τότε».
Μόλις έγινε γνωστή στην πόλη η λιποταξία του «ειρημένου αρνησιθρήσκου έλαβε χώραν τραγική τις και βάρβαρος σκηνή», σύμφωνα πάντα με τον Αρτέμιο Μίχο. Πιο συγκεκριμένα «οι στρατιώται ερεθισθέντες εκ των δύο τούτων δραπετεύσεων εφόνευσαν ανηλεώς και αδιακρίτως τους τε τούρκους και χριστιανούς εργάτας του πολιορκητού, τους εις τας κατά καιρούς εξόδους αιχμαλωτισθέντας, μηδενός εξαιρεθέντος».
Ο χρονικογράφος Έσαντ, παρουσιάζοντας την οθωμανική σκοπιά του γεγονότος, αναφέρεται σε μοναχό, ο οποίος, ζητώντας έλεος, ειδοποίησε τους πολιορκητές. Γράφει σχετικά:
« … Δόξα τω Θεώ, προς το απόγευμα ήρθε στο αρχηγείο του μουσουλμανικού στρατού ένας μοναχός, από αυτούς που σχεδίαζαν την έξοδο, ο οποίος ζητούσε έλεος και μας ειδοποίησε. Αμέσως δώσαμε εντολή στους στρατιώτες να είναι προσεκτικοί σε όλες τις θέσεις, τοποθετήσαμε στρατό σε όλα τα σημεία ενέδρας και σε όλα τα ταμπούρια, ενώ ο σερασκέρης Ρεσίτ Πασάς ανέλαβε τη μέριμνα του βουνού. …»
Συμπερασματικά, χωρίς αμφιβολία, η Έξοδος προδόθηκε. Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν ο μοναχός είναι τρίτο πρόσωπο ή ένα από τα δυο που αναφέρθηκαν.